Το στοματικό διάλυμα στην καθημερινή υγιεινή των δοντιών μας έχει σημαντικά πλεονεκτήματα που σχετίζονται με την καταπολέμηση των βακτηριδίων που προκαλούν δυσάρεστη αναπνοή, την πρόληψη σχηματισμού πλάκας και την πρόληψη του σχηματισμού της τερηδόνας.
Ωστόσο, μαζί με τα πλεονεκτήματα υπάρχουν και μειονεκτήματα τα οποία φυσικό είναι να μην αναγράφονται πάνω στο – προς πώληση – προϊόν και γι’ αυτό θα πρέπει προτού βρεθούμε μπροστά στο ράφι του φαρμακείου ή του super market έτοιμοι να επιλέξουμε ένα τυχαίο προϊόν, να συμβουλευτούμε πρώτα τον οδοντίατρό μας για να μας συστήσει εκείνο που ταιριάζει στα δικά μας δόντια και στις ανάγκες τους.
Στην αγορά υπάρχουν πολλά είδη στοματικών διαλυμάτων. Υπάρχουν τα κοινά στοματικά διαλύματα που προσφέρουν μόνο φρέσκια αναπνοή, τα στοματικά διαλύματα με φθόριο που προστατεύουν τα δόντια μας από τα οξέα που παράγονται από τη βακτηριακή πλάκα ενώ προστατεύουν και από την τερηδόνα, τα στοματικά διαλύματα με χλωριούχο κετυλπυριδίνιο, CPC, ως υποκατάστατο της αλκοόλης, το οποίο παρέχει οφέλη παρόμοια με αυτά των προϊόντων με αλκοόλη και στοματικά διαλύματα που περιέχουν την ουσία Γλυκονική Χλωρεξιδίνη.
Η Γλυκονική Χλωρεξιδίνη έχει ισχυρές αντιβακτηριδιακές ιδιότητες και παρέχει αποτελεσματική βοήθεια στη διατήρηση της στοματικής υγιεινής. Η ουσία αυτή όμως μπορεί να δημιουργήσει καφέ στίγματα στα δόντια, γιατί έχει αποδειχθεί πως συνδέεται με τους σκληρούς και με τους μαλακούς ιστούς.
Επιπλέον, τα στοματικά διαλύματα που περιέχουν Γλυκονική Χλωρεξιδίνη δεν είναι τα πλέον κατάλληλα για οδοντοστοιχίες με οδοντικές στεφάνες (θήκες) από συνθετικό ή γυάλινο ιοντομερές, καθώς αυτά τα υλικά λεκιάζουν.
Συμπέρασμα:
Όσο καθημερινό και απλό και αν φαίνεται στα μάτια μας ένα στοματικό διάλυμα μπορεί να περιέχει ουσίες οι οποίες να είναι ακατάλληλες για τα δόντια μας. Η εξειδικευμένη συμβουλή του γιατρού είναι πάντοτε απαραίτητη όταν θέλουμε το καλύτερο για εμάς, για την υγεία μας αλλά και την εξωτερική μας εμφάνιση